24 Οκτωβρίου 2016

Εγώ και το κάπνισμα (Μια επέτειος!)

Το σημερινό άρθρο είναι στο νου μου να τ' ανεβάσω εδώ και τόσο καιρό, από το καλοκαίρι που ο Ν. Σαραντάκος ανέβασε ένα αντίστοιχο άρθρο στο μπλογκ του με την ίδια αφορμή. Στην αρχή είπα πως θα το γράψω σαν σχόλιο από κάτω. Το ξανασκέφτηκα όμως γιατί θα ήταν αρκετά μεγάλο κομμάτι κι είπα να το βάλω στη δική μου επέτειο (ε, και θα προσθέσω κι εκεί από κάτω το λινκ προς τα εδώ, αν και είναι σίγουρο πως λίγοι θα το πάρουν χαμπάρι, αφού ο Νίκος βάζει ένα άρθρο κάθε μέρα κι έτσι αυτό έχει φύγει ποοοοοολύ απ' την επικαιρότητα).

Σαν σήμερα λοιπόν, άρχιζα το κάπνισμα και σαν σήμερα το έκοψα. Και τα δυο γεγονότα έγιναν το 1978. Και δεν είναι σχήμα λόγου, αλλά έτσι γίνανε τα πράγματα κι όποιος διαβάσει παρακάτω θα με δικαιώσει.

Με το κάπνισμα δεν είχα σχέση μέχρι μια βραδιά του Γενάρη του 78. Φοιτητές. Μέρα φοιτητικών εκλογών και καταλήγουμε σε μια ταβέρνα (το Σούλι). Παρέα μεγάλη κι αποφασίζω να κάνω ένα τσιγάρο. Τράκα βέβαια. Δίπλα μου η Αριστέα είχα Καρέλια κασετίνα. Της παίρνω ένα. Το πρώτο μου. Από τότε σε διάφορες φάσεις κάπνιζα (πάντα τράκα) κάνα τσιγάρο, συνήθως σε κρασοκατάνυξη. Μέχρι το καλοκαίρι μπορεί να είχα καπνίσει και 5 τσιγάρα!

Το καλοκαίρι στο χωριό μάλλον δεν πρέπει να έτυχε καμιά φορά αλλά γυρίζοντας τέλη Σεπτέμβρη αρχές Οκτώβρη βρισκόμαστε μια παρέα από 4 κοπέλες και 2 αγόρια. Άλλοι καπνίζανε άλλοι όχι, βρισκόμασταν ταχτικά για καφέ. Και με τον καφέ ο κανόνας ήθελε τσιγάρο (ή ανάποδα!) Και πάντα η ευγένεια επέβαλε να προσφέρεται τσιγάρο και στους υπόλοιπους (εμάς τους μη καπνιστές). Κι η ανταπόδοση της ευγένειας, να μην αφήσουμε τον καπνιστή μόνο του, να πάρουμε ένα να τον συνοδέψουμε. Έτσι, πλάκα πλάκα έφτασα τα 3 - 4 τσιγάρα τη μέρα.

Τρίτη λοιπόν, σαν τέτοια μέρα του 1978, ετοιμαζόμαστε να πάμε εκδρομή με το Πανεπιστήμιο (Ιωαννίνων). Πρωτοβουλία του τότε πρύτανη, να πάμε δώρα στους στρατιώτες που ήταν στα φυλάκια "Κακαβιάς και Πωγωνίου" και μιας κι αυτό θα ήταν σχετικά σύντομο, μια επίσκεψη στη μονή Βελάς (από τότε δεν αξιώθηκα να ξαναπάω).

Είμαστε μπροστά στα λεωφορεία κι ετοιμαζόμαστε να μπούμε. Περιμένουμε κάποιους τελευταίους καθυστερημένους (περίεργο πράγμα) και σκέφτομαι πως το να παίρνω τσιγάρα απ' τους άλλους δεν είναι σωστό. Καλό θα είναι να έχω το δικό μου πακέτο όταν χρειάζομαι κι αντί να μου δίνουν να μπορώ να δίνω. Στην πραγματικότητα αρχίζω το κάπνισμα αφού αν έχω πακέτο δεν θα περιοριστώ στον καφέ με την παρέα, αν και αυτό δεν το συνειδητοποιώ τότε.

Το περίπτερο είναι στα 20 μέτρα από το λεωφορείο. Ξεκινάω να πάω ν' αγοράσω το πρώτο μου πακέτο. Προχωράω. Φτάνω στα 5 μέτρα. Κι εκεί μου κάνει κλικ. Η παραπάνω σύνδεση (πακέτο = κάπνισμα) μου γίνεται στο μυαλό. Μεταβολή και φεύγω. Μόλις έκοψα το κάπνισμα :)

Από τότε κάπνισα κάμποσες φορές. Συνειδητά και ελεγχόμενα όμως. Αγόρασα και πακέτα, είχα και πίπα κι αγόρασα κάμποσα κουτιά καπνό. Μόνο που πάντα ήξερα τι έκανα. Διάλεξα και μάρκα. Αφού δοκίμασα διάφορα κατέληξα στα Σαντέ. Εννοείται σκέτα. Θα κάνω, έλεγα, ένα τσιγάρο αλλά να το ευχαριστηθώ. Κι επειδή τα Σαντέ δεν τα έβρισκα εύκολα, είχα δικό μου πακέτο. Που έμενε μεσ' την τσάντα μου καιρό και τριβόταν και χαλούσε και προσπαθούσα να το συντηρώ με διάφορες πατέντες. Στο τέλος είχα βρει κάτι τσίγκινα κουτιά από πουράκια κι έβαζα τα τσιγάρα μου εκεί. Όχι όλο το πακέτο. 5 - 6 τσιγάρα, απλά για να υπάρχουν.

Κι όλ' αυτά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 90. Που μεγάλωσαν λίγο τα παιδιά κι άρχισαν να μου κολλάνε. Καπνίζει ο μπαμπάς, καπνίζει ο μπαμπάς. Βρε, θα κρεμάσουν τους καπνιστές θα με κρεμάσουν και μένα. Σιγά και μην καπνίζει ο μπαμπάς. Οπότε για να μην μου βγαίνει τσάμπα το όνομα, πάει και το πακέτο απ' την τσάντα. Τώρα, τσιγάρο γιοκ. Γιατί ακόμα κι αν θελήσω μετά το κρασί να κάνω κανένα α) απαγορεύεται στο τραπέζι και β) πού να βρεθεί Σαντέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απόψεις; Ιδέες; Αντιρρήσεις; Παραλλαγές;
Όλα ευπρόσδεκτα.